defame
From LSJ
Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → Sile, melius vel loquere silentio → Was besser ist als Schweigen, sage oder schweig
English > Greek (Woodhouse)
verb transitive
P. and V. διαβάλλω, διαβάλλειν, κακῶς λέγω, κακῶς λέγειν, λοιδορεῖν (or mid. with dat.), ὑβρίζειν, Ar. and P. συκοφαντεῖν, P. διασύρω, διασύρειν, βασκαίνειν, βλασφημεῖν (εἰς, acc. or κατά, gen.), V. κακοστομεῖν, δυστομεῖν; see abuse.