τετραποδισμός

From LSJ
Revision as of 08:55, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

νᾶφε καὶ μέμνασ' ἀπιστεῖν → keep a clear head and remember not to believe a thing (Epicharmus fr. 250)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρᾰποδισμός Medium diacritics: τετραποδισμός Low diacritics: τετραποδισμός Capitals: ΤΕΤΡΑΠΟΔΙΣΜΟΣ
Transliteration A: tetrapodismós Transliteration B: tetrapodismos Transliteration C: tetrapodismos Beta Code: tetrapodismo/s

English (LSJ)

ὁ,    A a going on all fours, Sch.Nic.Al.417.

Greek (Liddell-Scott)

τετρᾰποδισμός: ὁ, τὸ τετραποδίζειν, Σχόλ. εἰς Νικ. Ἀλεξιφ. 417.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ τετραποδίζω
το βάδισμα με τα τέσσερα, το μπουσούλημα
νεοελλ.
(για ιπποειδή) το βάδισμα που γίνεται καθώς το ζώο σηκώνει και κατεβάζει τα πόδια διαδοχικά.