μνήσθητι τίς μου ἡ ὑπόστασις → remember how short my time is
1. κάνω κάτι αδύναμο, αδύνατο2. είμαι αδύναμος, αδύνατος.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αδύναμος.ΠΑΡ. αδυναμωτικός].