Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αεριούχος

From LSJ
Revision as of 22:35, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Οὐδεὶς τὸ μέλλον ἀσφαλῶς ἐπίσταται (βουλεύεται) → Haud de futuro tota quis deliberat → Die Zukunft bringt, was mit Gewissheit keiner kennt

Menander, Monostichoi, 412

Greek Monolingual

-ο
αυτός που περιέχει αέριο.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αέριο + -ούχος < έχω
απόδοση στα Ελληνικά της γαλλ. φράσης contenant du gaz].