αμπελογραφία

From LSJ
Revision as of 23:25, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336

Greek Monolingual

η (Γεωπ.)
κλάδος της Αμπελολογίας, με γενικό αντικείμενο τη σπουδή τών ειδών και τών ποικιλιών τών φυτών του γένους Άμπελος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Ελληνογενές < άμπελος + -γραφία, πρβλ. γαλλ. ampelographie. Ο ελληνικός όρος πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον βοτανολόγο και ποιητή Θεόδωρο Ορφανίδη].