μεσοδόμιον
From LSJ
English (LSJ)
τό, A v. μεσολάνιον.
Greek Monolingual
μεσοδόμιον, τὸ (Α) [[[μεσόδομος]] II]
το μεσολάνιον.
Full diacritics: μεσοδόμιον | Medium diacritics: μεσοδόμιον | Low diacritics: μεσοδόμιον | Capitals: ΜΕΣΟΔΟΜΙΟΝ |
Transliteration A: mesodómion | Transliteration B: mesodomion | Transliteration C: mesodomion | Beta Code: mesodo/mion |
τό, A v. μεσολάνιον.
μεσοδόμιον, τὸ (Α) [[[μεσόδομος]] II]
το μεσολάνιον.