ἀεναής
From LSJ
Τοὺς τῆς φύσεως οὐκ ἔστι λανθάνειν (μανθάνειν) νόμους → Legibus naturae non potest evadier → Naturgesetze keiner insgeheim verletzt
English (LSJ)
ές, = ἀέναος (ever-flowing, everlasting), κελάδημα IPE 1². 519 (Chersonesus, ii AD).
Spanish (DGE)
v. ἀειναής.