Κυάμων απέχου, εμψύχων απέχου → Avoid broad-beans, avoid animals (Pythagorean injunctions)
(AM καθυπερτερῶ, -έω) καθυπέρτερος(επιτατ. του υπερτερώ)υπερέχω, υπερτερώ κάποιου («ἡδονῶν καὶ πόνων καθυπερτερεῖν ἔξεστιν», Μάρκ. Αυρ.)αρχ.(για αστέρες ή αστερισμούς) βρίσκομαι σε υψηλό σημείο, ανέρχομαι πολύ ψηλά.