ηδονοθήρας

From LSJ
Revision as of 09:25, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Ὕπνος πέφυκε σωμάτων σωτηρία → Incolumitas est corporis nostri sopor → Der rechte Weg ist zur Gesunderhaltung Schlaf

Menander, Monostichoi, 520

Greek Monolingual

ο
αυτός που επιδιώκει την ηδονή, που κυνηγά την ηδονή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ηδονο- (< ηδονή) + -θηρας (< θήρα «κυνήγι»), πρβλ. προικο-θήρας, ψηφο-θήρας. Η λ. μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Ακρόπολις].