ιματιουργός
From LSJ
Ἡ πενία δ' ἀγνώμονάς γε τοὺς πολλοὺς ποιεῖ → Immemores beneficiorum gignit inopia → Die Armut macht die meisten rücksichtslos und hart
Greek Monolingual
ἱματιουργός, ὁ (Α)
κατασκευαστής ιματίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱμάτιον + -ουργός (< ἔργον), πρβλ. θαυματουργός, στιχουργός].