εξ αδιαιρέτου

From LSJ
Revision as of 10:08, 22 December 2021 by Spiros (talk | contribs) (Created page with "{{grml |mltxt=<b>επιρρ. φρ.</b>) «εξ αδιαιρέτου», λέγεται για να δηλώσει τη συγκυριότητα πολλών δικαι...")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἄμπελον κόπτοντες τὴν περὶ τὸ ἱερὸν ἐσέβαλλον καὶ λίθους — → cutting down the vines 'round the sanctuary, they threw in rocks as well

Source

Greek Monolingual

επιρρ. φρ.) «εξ αδιαιρέτου», λέγεται για να δηλώσει τη συγκυριότητα πολλών δικαιούχων πάνω στο ίδιο αντικείμενο. Βλέπε αδιαίρετος.