διασφίγγω
From LSJ
Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...
English (LSJ)
A bind tight, ζώναις τὴν κοιλίαν Erasistr. ap. Gell.16.3.8, cf. Antyll. ap. Orib.7.9.3, Aret.SA1.5:—Pass., [σώματα] κατὰ τὸ μέσον διεσφιγμένα narrow-waisted, Eun.Hist.p.234D.; also σφραγῖσι χρυσοδέτοις δ. ib.p.255 D.; dub.l. ib.p.261 D.