Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
-άω, Ασυντρίβω κάτι μαζί με κάτι άλλο.[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἀπό + θλῶ «σπάω»].