ἔξει

From LSJ
Revision as of 17:10, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ' ἔμφρων πατήρ → Prudente patre bonum non maius filio → Dem Sohn ist ein verständiger Vater größtes Gut

Menander, Monostichoi, 525

French (Bailly abrégé)

2ᵉ sg. prés. ind. ou impér. de ἔξειμι.

Greek (Liddell-Scott)

ἔξει: ἀντὶ ἔξιθι, προστ. τοῦ ἔξειμι.

Greek Monotonic

ἔξει: αντί ἔξιθι, προστ. του ἔξειμι (εἶμι ibo).

Russian (Dvoretsky)

ἔξει: Arph. (= ἔξιθι) imper. к ἔξειμι II.