ἀνεγκάλυπτος
From LSJ
Ἔνεγκε λύπην καὶ βλάβην εὐσχημόνως → Damna ac dolores disce generose pati → Mit schicklichem Anstand trage Trauer und Verlust
English (LSJ)
ον, uncovered, Hsch.
Spanish (DGE)
-ον descubierto Hsch.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνεγκάλυπτος: -ον, ὁ μὴ κεκαλυμμένος, μὴ κεκρυμμένος, Ἡσύχ. - Ἐπίρρ. -τως Δίδ. Ἀλεξ. σ. 1696-7, ἔκδ. Μί.