Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt
ου (ὁ) :
ion. c. Μαιώτης;
1 le fl. Tanaïs (Don);
2 οἱ Μαιῆται HDT les peuples de la région du Palus-Méotis.
Μαιήτης, ὁ (Α)
ιων. τ. βλ. Μαιώτις.