εἴς μ' ὁρεῦσα καρκίνου μέζον → looking at me with saucer-eyes
ἑορταῖος, -α, -ον (Α)εόρτιος.[ΕΤΥΜΟΛ. < εορτ-ή + επίθημα -αίος (πρβλ. τελευταίος)].