Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind
ἑόρτιος, -ον (AM) εορτή1. αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή ταιριάζει σε εορτή2. σεμνός, μεγαλοπρεπής.