λόγῳ ἀναλίσκω τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας → waste the day in idle talk, consume the duration of the day with talk
η (ΑΜ καυκαλίς, -ίδος)
γένος αγγειόσπερμων δικοτυλήδονων φυτών της τάξης τών σκιαδανθών και της οικογένειας τών σκιαδοφόρων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Πρόκειται πιθ. για λ. του προελληνικού γλωσσικού υποστρώματος].