ἀναχαιτισμός
From LSJ
Τοὺς δούλους ἔταξεν ὡρισμένου νομίσματος ὁμιλεῖν ταῖς θεραπαινίσιν → He arranged for his male slaves to have sex with female slaves at a fixed price (Plutarch, Life of Cato the Elder 21.2)
German (Pape)
[Seite 215] ὁ, dass., Sp., z. B. Io. Lyd.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναχαιτισμός: ἀναχαίτισις, «κατ’ ἀναχαιτισμὸν τῶν προσδοκωμένων θορύβων» Γεωργ. Παχυμ. Ἀνδρ. Παλαιολόγ. 6, σ. 380, Ἰω. Λυσ. περὶ Μην. 2. 15., 3. 52.