ὀδύνη λάζεται τὸν ἐγκέφαλον → pain seizes the brain, pain attacks the head
[Seite 1409] άδος, ἡ, die Großprahlerinn?
καυχάς: -άδος, ἡ, ἡ καυχωμένη, ἡ καυχησιάρα, μεταγεν.