οὐθένεια

From LSJ
Revision as of 10:38, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_10)

Ἔνιοι κακῶς φρονοῦσι πράττοντες καλῶς → Multi bonis in rebus haud sapiunt beneTrotz ihres Wohlergehens denken manche schlecht

Menander, Monostichoi, 163

German (Pape)

[Seite 411] ἡ, οὐθέτερος, spätere Formen für οὐδένεια u. οὐδέτερος. Vgl. οὐθείς.

Greek (Liddell-Scott)

οὐθένεια: ἡ, μεγαγεν. τύπος ἀντὶ οὐδένεια, Εὐστ. Πονημάτ. 283, 65, κτλ.