Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind
ὠμόσαρκος: -ον, ἐξ ὠμῶν σαρκῶν συγκείμενος, ὠμός, ὠμόσαρκον Γεωργ. Πισίδ. Ἑξαήμ. 1454.