φυσίζωος

From LSJ
Revision as of 10:55, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_16)

Ἐν ταῖς ἀνάγκαις χρημάτων κρείττων φίλος → Melior amicus opibus in re turbida → In Schwierigkeiten ist ein Freund mehr wert als Geld

Menander, Monostichoi, 143

German (Pape)

[Seite 1318] = φυσίζοος, Wern. Tryph. 77.

Greek (Liddell-Scott)

φῡσίζωος: -ον, = τῷ προηγ., Ἐπίγραμμ. ἐν Συλλ. Ἐπιγραφ. 3538, καὶ παρὰ μεταγεν., ἀλλὰ συχνάκις ἐφθαρμένον ἀντὶ φυσίζοος, Wern. Τρυφ. (γρ. Τριφ. σ. 124).