συνθρύπτω
From LSJ
Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!
English (LSJ)
A break in pieces: crush, τὴν καρδίαν Act.Ap.21.13.
Greek (Liddell-Scott)
συνθρύπτω: συντρίβω, κλαίοντες καὶ συνθρύπτοντές μου τὴν καρδίαν Πράξ. Ἀποστ. κα΄, 13· ἀόρ. β΄ παθ. συνεθρύβη Θεόδ. Πρόδρ. 4. 325.