διαυλοδρόμος
From LSJ
Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men
German (Pape)
[Seite 609] im Diaulos wettlaufend, komisch, Artemid. 4, 24, δ. ὁ ἀλεκτρυὼν γίγνεται· διὰ γὰρ τῆς αὐλῆς τρέχει.
Greek (Liddell-Scott)
διαυλοδρόμος: ὁ ἀγωνιζόμενος τὸν δίαυλον, Συλλ. Ἐπιγρ. 2758, Keil. Ἐπιγρ. Βοιωτ. σ. 52· μεταφ, ἐπὶ τοῦ ἀλέκτορος, διὰ γὰρ τῆς αὐλῆς τρέχει Ἀρτεμίδ. 4. 24.