μακρήγορος
From LSJ
Κακὸν φέρουσι καρπὸν οἱ κακοὶ φίλοι → Malo ex amico fructus oritur pessimus → Ertrag, den schlechte Freunde bringen, der ist schlecht
English (LSJ)
ον,
A speaking at great length, Ph.2.268, Tz.H.10.4.
Greek (Liddell-Scott)
μακρήγορος: -ον, ὁ ὁμιλῶν διεξοδικῶς, μακρολόγος, Φίλων 2. 268, Τζέτζ. Ἱστ. 10, 5· - Ἐπίρρ. -ρως, ληρήσας μακρηγόρως ὁ αὐτ. ἐν Κραμ. Ἀν. τ. 4, σ. 53, 19.