ἀπομυξάμενος, ὦ Δῆμέ, μου πρὸς τὴν κεφαλὴν ἀποψῶ → blow your nose, Demos, and wipe your hand on my head
the Phrygians, inhabitants of Phrygia, Il. 2.862, Il. 3.185, Il. 10.431.
Φρῠγες Phrygians ὄφρα (Ἀχιλλεὺς) — ἀλαλὰν Λυκίων τε προσμένοι καὶ Φρυγῶν Δαρδάνων τε (N. 3.60)
Φρύγες: οἱ pl. к Φρύξ.