Χαλκηδών

From LSJ

στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμαblood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound

Source

French (Bailly abrégé)

όνος (ἡ) :
Chalkèdôn, cité de Bithynie, en face de Byzance.
Étymologie:.

Greek Monolingual

-όνος, ΝΜΑ, και Χαλκηδόνα Ν
πόλη στα ασιατικά παράλια του Βοσπόρου η οποία χτίστηκε από Μεγαρείς αποίκους το 675 π.Χ. και καταστράφηκε ολοσχερώς από τον Πέρση βασιλιά Χοσρόη το 616 μ.Χ.
αρχ.
ως προσηγ.χαλκηδών
είδος πολύτιμου λίθου.

Russian (Dvoretsky)

Χαλκηδών: όνος ἡ Халкедон (греч. город в Вифинии) Thuc., Xen., Dem., Plut.