Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur
ἀκρόλινος, -ον (Α)αυτός που στέκεται στην άκρη του διχτιού.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀκρο- (Ι) + λίνον.