ακτινοδιαγνωστική
From LSJ
Γύμναζε παῖδας· ἄνδρας οὐ γὰρ γυμνάσεις → Exerce pueros: non exercebis virum → Mit Kindern übe, denn mit Männern ist's zu spät
Greek Monolingual
η Ιατρ.
η χρησιμοποίηση μηχανημάτων ακτίνων Χ και ιοντίζουσας ή μη ακτινοβολίας για τον προσδιορισμό και την εντόπιση παθολογικών διαταραχών.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ «ακτίνα + διαγνωστική
απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου
πρβλ. αγγλ. radiodiagnostics].