αληθινολογία

From LSJ

Κακοῦ μεταβολὴν ἀνδρὸς οὐ δεῖ προσδοκᾶν → Non exspectandus improbi flexus viri → Auf Wandel eines schlechten Mannes warte nicht

Menander, Monostichoi, 282

Greek Monolingual

η (Α ἀληθινολογία)
το να λέει κανείς την αλήθεια.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀληθινὸς + -λογία < -λογος < λέγω.