αμυγδαλόκολλα

From LSJ

τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us

Source

Greek Monolingual

η
κολλώδης ουσία που εκρέει από την αμυγδαλιά.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αμύγδαλο + κόλλα.