ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)
ηέλλειψη χρημάτων, αψιλία, απενταρία.[ΕΤΥΜΟΛ. < ανα- στερ. + παράδες, πληθ. του παράς].