Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid
τοπλήθος ανθρώπων, συρφετός («αυτός δεν ήτανε στρατός, ήτανε ανθρωπομαζώματα»).