αντίπραξη

From LSJ

στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμα → blood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound

Source

Greek Monolingual

η (Α ἀντίπραξις)
ενέργεια που γίνεται για να εξουδετερώσει κάποια άλλη ενέργεια, η αντίδραση.