σκῆπτρον χρυσείοις ἥλοισι πεπαρμένον → sceptre pierced with golden studs, staff studded with golden nails
το1. τέκνο που έχει αποκληρωθεί από την πατρική κληρονομιά2. παραμελημένο ή παραγκωνισμένο παιδί.