αργυροκέντητος

From LSJ

Ἴσον θεῷ σου τοὺς φίλους τιμᾶν θέλε → Honora amicos tamquam honorares deos → Verehre willig deine Freunde Göttern gleich

Menander, Monostichoi, 269

Greek Monolingual

-η, -ο (Μ ἀργυροκέντητος, -ον)
ο κεντημένος με ασημένιες κλωστές.