ατμαγωγός

From LSJ

ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶνforgive us our trespasses

Source

Greek Monolingual

ο
τεχνολ. αγωγός μέσα από τον οποίο διοχετεύεται ατμός.