γλωσσάκι
From LSJ
Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile
Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile
το·1. μικρή γλώσσα
2. πληθ. τα γλωσσάκια
στολίδια κεντημάτων κ.λπ. σε σχήμα γλώσσας.