δειπνοποιώ
From LSJ
Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον → Pretiosior res opipus est sapientia → Die Weisheit ist mehr wert als Säcke voller Geld
Greek Monolingual
δειπνοποιῶ (-έω) (Α) δειπνοποιός
1. προετοιμάζω το δείπνο
2. δειπνοποιούμαι
δειπνώ.
Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον → Pretiosior res opipus est sapientia → Die Weisheit ist mehr wert als Säcke voller Geld
δειπνοποιῶ (-έω) (Α) δειπνοποιός
1. προετοιμάζω το δείπνο
2. δειπνοποιούμαι
δειπνώ.