διαθερμία

From LSJ

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501

Greek Monolingual

η
θεραπευτική μέθοδος αναλγητικής αγωγής με τη χρήση υψηλής συχνότητας εναλλασσόμενου ρεύματος.