οἱ ὧδε χέζοντες εἰς ὥρας μὴ ἔλθοιεν → a curse on those who relieve themselves here, a curse on those who shit here
(AM ἐγκλύζω)πλένω το εσωτερικόαρχ.1. υγραίνω, μουσκεύω2. θεραπεύω με υποκλυσμούς.