ἔσῃ γὰρ ὡς πετεινοῦ ἀνιπταμένου νεοσσὸς ἀφῃρημένος → for you will be as a nestling taken away from a bird that is flying
ἐγχωρῶ (-έω) (AM)
1. επιτρέπω
2. απρόσ. επιτρέπεται («ἐγχωρεῖ αὐτῷ περὶ τούτων εἰδέναι»)
3. φρ. «κατὰ τὸ ἐγχωροῦν» — όσο είναι δυνατόν.