Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εξονυχιστικός

From LSJ
Pindar, Pythian, 8.95f.

Greek Monolingual

-ή, -ό εξονύχιση
αυτός που γίνεται με μεγάλη ακρίβεια και προσοχή τών λεπτομερειών («εξονυχιστική έρευνα»).