τἄλλαι ... γυναῖκες ... ἀπήλαἁν τὼς ἄνδρας ἀπὸ τῶν ὑσσάκων → the other women diverted the men from their vaginas
η (Α ἐπίρριψις) επιρρίπτωη πράξη του επιρρίπτω, το να επιρρίπτει κανείς κάτι σε κάποιον.