Γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → Scit, quod cupiscit, femina, ulterius nihil → Denn eine Frau versteht nur, was sie will, sonst nichts
ἐπιμνήμων, -ον (Μ)αυτός που θυμάται κάτι.[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + μνήμων (μιμνήσκομαι)].