επταφεγγής

From LSJ

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97

Greek Monolingual

ἑπταφεγγής. -ές (Α)
φρ. «σφαῖρα ἑπταφεγγής» — ο ουράνιος θόλος με τους επτά πλανήτες.