ερίβοτρυς

From LSJ

Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.

Source

Greek Monolingual

ἐρίβοτρυς, -υ (Μ)
ο γεμάτος σταφύλια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ερι- (επιτ. μόριο) + βότρυς «σταφύλι»].