σταφύλι

From LSJ

ἥσθην πατέρα τὸν ἀμὸν εὐλογοῦντά σε → I was pleased to hear you praising my father

Source

Greek Monolingual

το / σταφύλιον, ΝΜΑ σταφυλή
ο καρπός του κλήματος, ο καρπός του αμπελιού.